Ουτρέχτη — (Utrecht). Πόλη (230 634 κάτ.) της κεντρικής Ολλανδίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (1.331 τ. χλμ.). Βρίσκεται σε πεδινή περιοχή, σε μια διακλάδωση του κάτω ρου του Ρήνου, του Κρόμε Ρέιν, που εδώ χωρίζεται επίσης στον Όουντε Ρέιν και στο… … Dictionary of Greek
Ψηφιακή, τεχνολογία — Τα συστήματα ψηφιακής τεχνολογίας (π.χ. οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ο τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός κ.λπ.) χρησιμοποιούν ψηφιακά σήματα για τη μετάδοση των δεδομένων. Οι ηλεκτρικοί παλμοί αναπαριστώνται με δυαδικά ψηφία στα ψηφιακά σήματα. Η τάση … Dictionary of Greek
πολυμελής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή, αυτός που έχει πολλά μέλη: Πολυμελής οικογένεια. – Πολυμελής επιτροπή. – Πολυμελής αντιπροσωπία κτλ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τριμελής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή 1. που αποτελείται από τρία μέλη: Τριμελής αντιπροσωπία. 2. το ουδ. ως ουσ., τριμελές δικαστήριο με τρεις δικαστές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)